1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

DLF: Η «αυτολογοκρισία» των ελλήνων δημοσιογράφων

15 Απριλίου 2022

Δημοσιεύματα για τη δολοφονία Καραϊβάζ και την Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, αλλά και για την αποστολή όπλων από Ελλάδα και Γερμανία στην Ουκρανία.

https://p.dw.com/p/49yQa
Ελλάδα, Ελευθερία τύπου
Aπό την 65η στην 70η η θέση της Ελλάδας στη διεθνή για την Ελευθερία του ΤύπουΕικόνα: Florian Schmitz/DW

«Η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα περιορίζεται συστηματικά: με επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, παρεμπόδιση της δημοσιογραφικής έρευνας, μηνύσεις κατά εργαζομένων στα ΜΜΕ. Και η δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ δεν έχει ακόμη εξιχνιαστεί. Γιατί;», διερωτάται η ανταποκρίτρια του ARD στην Αθήνα, Βερένα Σέλτερ, σε άρθρο της για την ιστοσελίδα του Deutschlandfunk Kultur. «Το γεγονός ότι η αστυνομία δεν κατάφερε ακόμη να παρουσιάσει αποτελέσματα από τις έρευνες για τη δολοφονία του Καραϊβάζ τροφοδότησε εικασίες ότι μέλη της αστυνομίας ενδέχεται να εμπλέκονται στη δολοφονία. Ωστόσο παραμένει ακόμα εντελώς άγνωστο, τι ερευνούσε ο Καραϊβάζ λίγο πριν τον θάνατό του», γράφει, αναφέροντας ότι η ίδια ήρθε σε επαφή με πηγή που ερευνά το θάνατο του έλληνα ρεπόρτερ – η οποία όμως για λόγους ασφαλείας επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμη στο άρθρο της. «Η δολοφονία του Καραϊβάζ είναι μια ακραία περίπτωση στην Ελλάδα. Το γεγονός όμως ότι ο φόβος και οι ανασφάλειες αναγκάζουν τους δημοσιογράφους να σιωπήσουν είναι εμφανές και σε άλλους τομείς», επισημαίνει η δημοσιογράφος, φέρνοντας ως παράδειγμα το σκάνδαλο Novartis.

Ιατροδικαστής, δολοφονία του Καραϊβάζ
DLF: Η δολοφονία του Καραϊβάζ είναι μια ακραία περίπτωση στην ΕλλάδαΕικόνα: Yiannis Panagopoulos/Eurokinissi/AFP/Getty Images

Σύμφωνα με τη συντάκτρια του άρθρου, η διεθνής κατάταξη της Ελλάδας στην 70η θέση στην έκθεση για την Ελευθερία του Τύπου, δείχνει με εντυπωσιακό τρόπο ότι η οικονομική πίεση μπορεί να οδηγήσει στην αυτολογοκρισία των δημοσιογράφων: «Θέματα τα οποία ενδέχεται να μην αρέσουν στο αφεντικό αποφεύγονται. Αυτός ο φόβος δεν είναι εντελώς αβάσιμος γιατί στην Ελλάδα, για παράδειγμα, υπάρχει πολύ στενή σχέση μεταξύ των ιδιοκτητών των ΜΜΕ και της κυβέρνησης, συχνά και αλληλοεξάρτηση. (…) Η συγκεκριμένη έκθεση δείχνει επίσης ότι αυτές οι τάσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά από το 2019, όταν ανέλαβε καθήκοντα η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη», καταλήγει.

«Η Ελλάδα δεν θα στείλει επιπλέον όπλα στην Ουκρανία»

Στην απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να σταματήσει την αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία αναφέρεται δημοσίευμα στην ιστοσελίδα του γερμανικού δημοσιογραφικού δικτύου Redaktionsnetzwerk Deutschland. Και όπως σχολιάζει, «η κυβέρνηση μπορεί να περιμένει την υποστήριξη του λαού όσον αφορά την συγκεκριμένη απόφαση. Άλλωστε η πλειονότητα είναι πολύ επιφυλακτική σχετικά με τις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία. Σύμφωνα με δημοσκόπηση, το 65% των Ελλήνων πιστεύει ότι η χώρα πρέπει να παραμείνει ουδέτερη στον πόλεμο. Το 39% δεν θέλει η Ελλάδα να συμμετάσχει στις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Πάνω από το ένα τρίτο δείχνει „κατανόηση“ για τη ρωσική εισβολή. Στην Ελλάδα πολλοί άνθρωποι αισθάνονται συνδεδεμένοι με τη Ρωσία. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί, μεταξύ άλλων, με τις εμπειρίες της οικονομικής κρίσης και την κοινή πίστη στην Ορθοδοξία», επισημαίνει το δημοσίευμα.

«Θα βοηθήσει όντως η αποστολή τανκς τους Ουκρανούς;»

Γερμανικό τανκ
Έχει νόημα η αποστολή γερμανικών τεθωρακισμένων "δυτικού τύπου" στην Ουκρανία;Εικόνα: Philipp Schulze/dpa/picture alliance

Στην ιστοσελίδα του, το περιοδικό Spiegel βάζει στο μικροσκόπιο την γερμανική πολιτική ασφαλείας και την ενδεχόμενη αποστολή τεθωρακισμένων στην Ουκρανία, σχολιάζοντας πως, ανεξάρτητα από το αν μία τέτοια απόφαση εγκριθεί από την γερμανική Βουλή, «παραμένει αμφίβολο το κατά πόσο αυτά τα βαρέα όπλα θα ήταν πράγματι μία βοήθεια για τη χώρα. Οι δυσκολίες ξεκινούν με την πρόκληση να μεταφερθούν τα όπλα αυτά σε ουκρανικό έδαφος, περνώντας απαρατήρητα από τις ρωσικές δυνάμεις. Το γεγονός ότι τα δυτικά συστήματα ασφαλείας είναι ξένα για τον ουκρανικό στρατό είναι ένα ζήτημα ακόμη πιο σοβαρό. Η χώρα είναι κυρίως εξοικειωμένη με όπλα σοβιετικού σχεδιασμού. (…) Εν τέλει τίθεται το ερώτημα, ποιός θα αναλάβει την εκπαίδευση (σ.σ. των Ουκρανών) εάν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αποφασίσει να τους προμηθεύσει τεθωρακισμένα όπλα. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Δεν θα είναι αρκετό να εγκριθεί η λίστα με τις παραγγελίες του Ζελένσκι και απλώς να παρκάρουν τα στρατιωτικά οχήματα στο Κίεβο».

Χρύσα Βαχτσεβάνου